ΜΙΑ ΣΑΝΙΔΑ ΚΟΛΥΜΒΗΣΗΣ κάποτε σε μια παραλία ήταν δεινή κολυμβήτρια και υπερηφανευόταν πολύ για τις ικανότητές της.
«Πως και δεν σε έχουμε δει ποτέ να κάνεις μακροβούτι;», της είπαν μια μέρα όλο νόημα δυο βατραχοπέδιλα και αυτή θύμωσε, αφού ήταν αλήθεια πως είχε εξασκηθεί σε πολλά είδη κολύμβησης, χωρίς όμως ποτέ να βουτήξει ολόκληρη μέσα στο νερό. Μόλις όμως το επιχείρησε μπροστά τους, τα βατραχοπέδιλα έσκασαν στα γέλια, αφού δεν έλεγε να βουλιάξει με τίποτα.
Αφού ολοκλήρωσαν τη φράση τους, έριξαν ένα μακροβούτι μπροστά της για να την εντυπωσιάσουν. Κολύμπησαν δε τόσο γρήγορα, που η καλή μας σανίδα χρειάστηκε να βάλει τα δυνατά της για να τα φτάσει: έκανε τόσο γρήγορα κουπί που πιτσίλισε τους πάντες και τα πάντα. Όσο περισσότερο το προσπαθούσε όμως, τόσο πιο γρήγορα κολυμπούσαν τα βατραχοπέδιλα μέσα στο νερό για να της ξεφύγουν, και όλοι οι κολυμβητές αλλά και τα είδη θαλάσσης στην παραλία γύρισαν προς το μέρος τους για να δουν τη σανίδα να αγωνίζεται να τα φτάσει.
Αφού κολύμπησαν αρκετά, τα βατραχοπέδιλα βγήκαν στην επιφάνεια για να της δείξουν που βρίσκονται. «Από εδώ!» της είπαν, ύστερα βούτηξαν ακόμη πιο βαθιά, τόσο που η σανίδα μπερδεύτηκε ως προς το που βρίσκονταν. Έτσι άρχισε να κολυμπάει προς όλες τις κατευθύνσεις, σηκώνοντας τόνους νερού και χωρίς να βλέπει στα αλήθεια που πήγαινε.
«Αν δεν βρέξεις κεφάλι, μακροβούτι δεν βγαίνει», της είπε μια σημαδούρα που βρισκόταν εκεί δίπλα. Τότε η καλή μας σανίδα το πήρε απόφαση: πέταξε τα κουπιά της και βούτηξε ολόκληρη μέσα στο νερό, κάνοντας το πρώτο της μακροβούτι και παίρνοντας τα βατραχοπέδιλα ξωπίσω, τα οποία πλέον μπορούσε να εντοπίσει.
Όταν μετά από λίγο βγήκαν παρέα στην επιφάνεια του νερού, τα είδη θαλάσσης έμειναν με ανοικτό το στόμα: «η σανίδα έγινε… υποβρύχιο!», είπαν, από τη μια διασκεδάζοντάς το και από την άλλη θαυμάζοντας το κατόρθωμά της.
Αυτή πάλι από τότε, και αφού εισέπραξε το χειροκρότημά της, απολαμβάνει τα καλύτερα μακροβούτια, με ή χωρίς βατραχοπέδιλα.