ΕΝΑ ΒΟΥΚΙΝΟ ΚΑΠΟΤΕ σε ένα κατάστημα με καρναβαλικά είδη καμάρωνε πολύ για τις φωνητικές του ικανότητες. Όμως τα άλλα καρναβαλικά στο ράφι έκλειναν τα αυτιά τους κάθε φορά που του ερχόταν να τραγουδήσει, αφού στην πραγματικότητα ήταν φάλτσο και δεν ήξερε να πει ούτε ένα τραγούδι σωστά.
Ώσπου μια μέρα μια μεγάλη είδηση έφτασε στα αυτιά του βούκινου. Θα γινόταν διαγωνισμός αποκριάτικου τραγουδιού και ο νικητής θα έπαιρνε ένα μεγάλο χρηματικό έπαθλο. Το βούκινο ενθουσιάστηκε τόσο πολύ μόλις το άκουσε που κατευθείαν έτρεξε και δήλωσε συμμετοχή. Όμως η κριτική επιτροπή, που αποτελούνταν από μια μαυροδάφνη και μια τεντούρα, μόλις το άκουσε να λέει φάλτσα τραγούδια προβληματίστηκε πολύ για το αν θα έπρεπε να το αφήσει να συμμετέχει η έχει.
"Μη φοβάσαι, θα σε βοηθήσω εγώ", του είπε ένα κλαξόν που βρισκόταν εκεί κοντά. Έτσι τα δυο τους έκαναν πολλές ώρες μάθημα, όμως όσο το προσπαθούσαν, τόσο περισσότερο αποδεικνύονταν πως το βούκινο ήταν τελείως κακόφωνο και πως δεν υπήρχε σωτηρία.
"Ίσως αν φαινόμουνα εγώ και να τραγουδούσες εσύ...;", του είπε κάποια στιγμή το βούκινο και το κλαξόν απόρησε. Με τα πολλά του εξήγησε το κόλπο του, δηλαδή να παρουσιαστεί για ακόμη μια φορά μπροστά στην κριτική επιτροπή και να ανοιγοκλείνει το στόμα του στον ίδιο ρυθμό που θα τραγουδούσε το κλαξόν από τα παρασκήνια. "Ίσως έτσι εγκρίνουν τη συμμετοχή μου", του είπε στενοχωρημένο και με τα πολλά το κλαξόν που δεν ήθελε να το απογοητεύσει συμφώνησε.
Έτσι κι έγινε. Οι δυο τους συνέχισαν τις πρόβες, αυτή τη φορά όχι για να μάθει το βούκινο να λέει σωστά τα τραγούδια, αλλά για να ανοιγοκλείνει το στόμα του ώστε να φαίνεται ότι τραγουδάει. Τη μεγάλη μέρα του διαγωνισμού εμφανίστηκε μπροστά στην κριτική επιτροπή και το κλαξόν κρύφτηκε καλά πίσω από μια κουρτίνα ώστε να μην φαίνεται.
"Σήμερα θα σας πω ένα τραγούδι για το Καρναβάλι", είπε στην κριτική επιτροπή. Έπειτα, αφού ξεκίνησε η μουσική άρχισε να ανοιγοκλείνει το στόμα του και το κλαξόν που ήταν κρυμμένο με τη σειρά του άρχισε να τραγουδάει. Το κοινό εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ με το τραγούδι που ξέσπασε σε χειροκροτήματα και το βούκινο έκλεισε τα μάτια και συνέχισε να κάνει πως δήθεν τραγουδάει.
"Ακούγεσαι αλλιώτικα από την άλλη φορά", τον διέκοψε κάποια στιγμή η μαυροδάφνη και η τεντούρα σηκώθηκε από την θέση της και τράβηξε την κουρτίνα πίσω από την οποία κρύβονταν το κλαξόν, το οποίο ντράπηκε τόσο που του κόπηκε η μιλιά. Μόλις κατάλαβε τι είχε συμβεί, το βούκινο άρχισε να τραγουδάει με τη δική του φωνή.
"Μας ξεκούφανες!", είπε δυνατά το κοινό, και από εκεί που όλοι χειροκροτούσαν, άλλοι έκλεισαν τα αυτιά τους και άλλοι ξέσπασαν σε δυνατά χαχανητά. Τότε το βούκινο έγινε κατακόκκινο από την ντροπή του και παραδέχθηκε μπροστά σε όλους πως τους είχε κοροϊδέψει, εφόσον τόση ώρα δεν ήταν αυτό που τραγουδούσε αλλά το κλαξόν.
Από εκείνη τη μέρα, και αφού έγινε τελείως ρεζίλι, το πήρε απόφαση και γράφτηκε σε Ωδείο, όπου δούλεψε σκληρά ώστε να βελτιώσει τη φωνή του.